Ανδρέας Λασκαράτος: Ένας ποιητής, ένας στοχαστής, ένας άνθρωπος που σημάδεψε την εποχή του - του Διονύση Κονταρίνη (Νέα Υόρκη)
Ανδρέας Λασκαράτος
Ένας ποιητής, ένας στοχαστής, ένας άνθρωπος,
που σημάδεψε την εποχή του.
Γράφει ο Διονύσης Ε. Κονταρίνης Νέα Υόρκη Ιούνιος 2009
denniskontarinis@yahoo.com
patrinos12@hotmail.com
Έθνος μου είναι η τάξη εκείνη των ανθρώπων οι οποίοι αισθάνουνται σαν εμέ, φρονούν σαν εμέ και διάγουνε σαν εμέ. Και πατρίδα μου είναι ο τόπος εκείνος όπου οι τοιούτοι άνθρωποι εχτιμούνται.
Από του "Στοχασμούς" του Ανδρέα Λασκαράτου. Του Ανδρέα Λασκαράτου που, πνεύμα ανήσυχο, ακόμη και γιά την δημιουργία του κόσμου είχε την δική του θεωρία. Την θεωρία που έχει χαράξει στο ανεπανάληπτο ποιήμα του
Γιατί τα τάλλαρα τα λένε τάλλαρα.
Κι΄αρχίζει:
Όντις έπλασε ο Θιός την οικουμένη
Το Ληξούρι και τόσους άλλους τόπους
Μεγάλη η αγάπη του γιά το Ληξούρι, έτσι ώστε να θέλει αυτό να είναι η πρώτη του Θεού προτίμηδη γιά τη δημιοργία του κόσμου. Κι΄όμως το Ληξούρι τον πλήγωσε.
Αναμφισβήτητα ο Ανδρέας Λασκαράτος υπήρξε ίσως ο μόνος άνθρωπος στο χώρο των ελληνικών γραμμάτων, που στήθηκε απέναντι από την κοινωνία της εποχής του προβάλλοντας την αντίστασή του σε όλα όσα κατά την γνώμη του ήσαν αντίθετα στην κάθε έννοια λογικής, τιμιότητας και ηθικής.
"O Ανδρέας Λασκαράτος, είναι πολύ περισσότερον πολεμιστής ή όσον είναι ποιητής."
έγραψε κάποτε γι΄αυτόν ο Κωστής Παλαμάς. Και δεν είχε άδικο, αφού η ζωή του δεν ήτανε τίποτε άλλο παρά ένας αγώνας, ένας πόλεμος.
Γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, το 1811, από οικογένεια ευγενών και πλουσίων. Από μιά μελέτη του Σπύρου Δε Βιάζη αναφορικά με την ζωή και το έργο του μεγάλου Ληξουριώτη ποιητή, έχουν φτάσει μέχρις εμάς κάποιες αναφορές σχετικά με τα παιδικά χρόνια του Ανδρέα Λασκαράτου. Ο μικρός Ανδρέας, γράφει ο Σπύρος.Δε Βιάζη, ήτο τύπος άτακτου παιδίου, το διαβολάκι της οικίας και της συνοικίας. Πάντοτε εθορύβει, εσατύριζεν, έσκωπτεν.
Στα πρώτα του μαθητικά χρόνια φοίτησε στο σχολείο του Αργοστολείου αλλά και στο Κάστρου στη σχολή του Νεόφυτου Βάμβα.
Με την έναρξη της λειτουργίας του σχολείου στο Κάστρο, ο Νεόφυτος Βάμβας παρουσίασε στον ευεργέτη των ελληνικών γραμμάτων Φρειδερίκο Γκίλφορντ τον μικρό Ανδρέα Λασκαράτο σαν ταραξία, άτακτον και φειλόνικον. Όμως ο Γκίλφορντ καταφέρνει να διακρίνει τα φυσικά χαρίσματα του νεαρού Λασκαράτου.
-Αυτά τα παιδιά μου αρέσουν, θα πει στον Νεόφυτο Βάμβα και το μέλλον θα τον δικαιολογήσει
Τελικά ο Λασκαράτος θα φύγει τρέχοντας από το σχολείο του Κάστρου και αυτό θα το πληρώσει μ΄έναν τραυματισμό
Ουδέν οφελήθει από τον Βάμβα, γράφει ο Δε Βιάζη, διότι ο μεν μαθητής έτρεφε αντιπάθειαν εις τον διδάσκαλον, ο δε διδάσκαλος δεν ηγάπα τον δυσυπότακτον μαθητήν, ουδέ εννόησε το πνεύμα του.
.
Ο Ανδρέας Λασκαράτος.από παιδικά του χρόνια συνειδητοποιεί ότι το ράσο του προξενεί κάποια έχθρα.
Στην ηλικία των δεκαέξη χρόνων καταλαβαίνει ότι θα πρέπει να μάθει γράμματα.
Ο θείος του, Δημήτρης Δελλαδέτσιμας, γνωστός στην ιστορία των Εφτανήσων γιά τις πολιτικές του δραστηριότητες, τον φέρνει στην Κέρκυρα όπου τα πρώτα του μαθήματα θα τα πάρει από τον σοφό Ιταλό Βικέντιο Νανούτσι και τον Αντρέα Κάλβο ενώ παράλληλα θα τον διορίσει υπάλληλο της Γερουσίας των Ιονίων Νήσων μήπως και τον καταφέρει να διδαχτεί πειθαρχεία.
Στη συνέχεια φοιτά στη Νομική Σχολή της Ιόνιας Ακαδημίας και μετά από ένα χρόνο μεταγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, Εκεί μετά της σπουδές του θα ανακηρυχθεί διδάκτωρ της Νομικής.
Επιστρέφοντας στο Ληξούρι εργάζεται σαν δικηγόρος και μετά διορίζεται δικαστικός πάρεδρος. Όμως ο Λασκαράτος ήταν πάντοτε Λασκαράτος.
Το 1843 παραιτείται από την θέση αυτή και αφοσοιώνεται στην συγγραφή, ενώ αρνείται οποιαδήποτε θέση του προσφέρεται, γιά να είναι λεύτερος στις σκέψεις του και στις πράξεις του, όπως ο ίδιος έλεγε. Ήθελε πάντοτε να βρίσκει την άκρη και γιά αυτό ήταν πάντοτε σε πόλεμο με τους πάντες.
Το 1845 κάνει ένα ταξίδι σε όλη την Ελλάδα γιά να σπουδάσει τη γλώσσα. Όμως γυρίζει απαγοητευμένος, διότι -όπως έλεγε- παντού συναντούσε τους Λογιοτάτους. Άσπονδος εχθρός των Λογιοτάτων, τους οποίους ονόμαζε "στρεβλώματα της γλάσσας," ο Λασκαράτος υπήρξε ένας ένθερμος υποστιριχτής της δημοτικής.
Το 1856 δημοσιεύει το σύγγραμμά του "Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς," Στο έργο του αυτό, που καυτηριάζει τα κακώς κείμενα της εποχής του, αλλά και τις παρανομίες του Κλήρου, παρουσιάζει τους ρασοφόρους σαν επιθετικές σφήκες...."στη φωλιά των οποίων ετοποθέτησα έναν αναμένο δαυλό κι΄οι σφήκες βγήκανε όξω και μου επιτεθήκανε." Το έργο του αυτό επισύρει τον αφορισμό του από την εκκλησία της Κεφαλονιάς, κάτι που ενέκρινε και η Ιερά Σύνοδος της Ελλάδας.
Στον πρόλογο του έργου του "Ιδού ο Άνθρωπος -Χαρακτήρες" Αξίζει να τα δούμε όπως ο ίδιος τα γράφει.
Εχρειάστκα να φύγω. Αλλά στην εξορία μου ετοίμασα και δεύτερον δαυλόν, την Απόκρισή μου στον Αφορεσμό τους, τον οποίον εφύλαξα γι΄άλλην ώραν.
Ένας κάποιος παπά-Ζερβός, αρχιμανδρίτης του διαβόλου, ηθέλησε τότε να με δοκιμάσει κι΄εκείνος. Αλλά δεν με βρήκε πολύ τρυφερόν, ως φαίνεται, επειδή με άφησ΄ευθύς. Σωπασμένοι τότε οι καταδρομείς μου, έμενα ήσυχος και ανενόχλητος.
Πνέυμα ανήσυχο, όμως και φιλόνεικος, όπως ο ίδιος παραδέχεται, δεν έννοιωθε άνετα με την ησυχία που του άφηναν.
Μα τότε ενθυμήθηκα τον άλλον προετοιμασμένον δαυλόν, "Την Απόκρισή μου στον Αφορισμό"όπου και τότε πάλιν η δημοσίεψή της τους εξεκάμπισε.
Η δημοσίευση της Απόκρισης στα 1867 ξεσηκώνει γιά μιά ακόμη φορά τον Κλήρο της Καφαλονιάς όπου αποφασίζεται η προσφυγή στα δικαστήρια, καθ΄ότι η Σύνοδος δηλώνει ότι το επίμαχο κείμενο εκφράζει αρχές, δοξασίες, φρονίματα τα οποία αντιβαίνουν εις την Ορθοδοξία. Κανένας δικηγόρος δεν δέχεται να υπερασπιστεί τον Λασκαράτο και εξ΄επαγγέλματος διορίζεται ο Νικόλαος Βαλσαμάκης. Στην δίκη αυτή ο Λασκαράτος αθωώνεται. Όμως γιά μιά ακόμη φορά ο Ληξουριώτης ποιητής θα επιτεθεί με το νέο του έργο "Η Δίκη μου" και γράφει χαρακτηριστηκά στον πρόλογο του βιβλίου του.
"....Κείνος ο τελευταίος δαυλός τους έπεισε ότι ήτον φρονιμώτερο και συμφερώτερο διά αυτούς να ησυχάζουνε και να σιωπούνε."
Δυστυχώς όμως δύο από τους προύχοντες της Κεφαλονιάς δεν θέλησαν να συμμορφωθούν.
Ενόμισαν ότι δεν ήθελε μπορέσω να ανθέξω σε βάναυσες προσβολές εις τους δρόμους και ότι ακολούθως αυτοί ήθελε μπορέσουνε να θριαμβεύσουνε απάνω μου. Διά τέσσαρους εξακολουθηνούς χρόνους μου εκάμανε τες χοντροειδέστερες προσβολές εις τους δρόμους, εμέ, της κυρίας μου, και των θυγατρών μου, κάθε μέρα, και όσες φορές την ημέρα μας απαντούσαν.
Όλα αυτά, όπως ο ίδιος γράφει, όχι μόνον δεν τον πτόησαν αλλά του έδωσαν την αιτία να συνεχίσει να δημοσιεύει στην εφημερίδα του, τον Λύχνο, τις κακοήθειές τους.
Κάποια στιγμή, ίσως γιά να προφυλάξει την οικογένειά του, αποφασίζει να φύγει από την Κεφαλονιά. Καταφεύγει στην Ζάκυνθο αλλά και ο εκεί Μητροπολίτης είχε εκδόδει κατ΄αυτού αφορισμό. Αναγκάζεται να καταφύγει στην Αγγλία όπου υποστηριζόμενους από κάποιους που εκτιμούσαν τις ιδέες του και τον χαρακτήρα του εργάζεται σαν δάσκαλος της ελληνικής και ιταλικής γλώσσας αλλά και σαν δικηγόρος στο ελληνικό Προξενείο. Όμως τα χρήματα που εξοικονομούσε ήσαν πολύ λιγώτερα από τα έξοδα της οικογένειας και έτσι αναγκάζεται να επιστρέψει στην Ζάκυνθο όπου τον περίμεναν νέοι διωγμοί.
Τα βάσανα του μεγάλου ποιητή αλλά και της οικογένειάς του θα τελειώσουν το 1899 με τον ερχομό στην Κεφαλονιά ενός εξέχοντος κληρικού. Του Μητροπολίτη Γεράσιμου Δόριζα. Εμπνευσμένος ιεράρχης ο Δόριζας, νομικός, με μιά ευρύτερη μόρφωση, θα καταπιαστεί με την υπόθεση του ποιητή και στις 22 Ιανοαρίου του 1899 υποβάλει έγγραφο στην Ιερά Σύνοδο αλλά και με την προσωπική του συνηγορεία, πετυχένει την άρση του αφορισμού πείθωντας όλους ότι ο Λασκαράτος όχι μόνο δεν υπήρξε άθεος αλλά σε όλον τον βίον του ήταν Χριστιανός και Χριστιανός βαίνει προς το τέλος του άγων το ενενηκοστόν έτος.
Ο Ανδρέας Λασκαράτος έχει αφήσει ένα πλουσιώτατο συγγραφικό έργο, που γιά να καταπιαστεί κανεί με αυτό χρειάζονται τόμοι. Κι΄εδω ο χώρος μικρός και λίγος γιά κάτι τόσο μεγάλο. Εκτός από Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς άξια ιδιαίτερης προσοχής είναι τα έργα του Γιατί τα τάλαρα τα λένε τάλαρα, Το Ληξούρι στα 1836, Ο πνίχτης,
Ο Λάζαρος, Η γέννησή μου, Η Βάρκα Κανονιέρα, Ο καυγάς μεταξύ Αγαμέμνωνος και Αχιλλέως έχει χαρακτηριστεί σαν η καλύτερη παρωδία από όσες έχουν γραφτεί.
Όσο γιά την Απόκριση στον Αφορισμό μου, ο Σπύρος Δε Βιάζη γράφει.
Το έργον τούτο είναι εκ των ευφυεστέρων της ημετέρας γραμματολογίας, άμα δε άξιον μελέτης.
Στο ποιήμα του Ξένος της εποχής του μέσα στους λίγους στίχους αφήνει, όχι μόνο μιά εικόνα της εποχής του αλλά και ένα παράπονο ενάντια στο πνεύμα από το οποίο κατήχετο η εποχή του.
Αλλοίμονο σ΄εκειόν που διά του πνεύματος
Ξεπεράσει οπωσούν την εποχή του
Δεν θάχει ειμή την άχαρην ελπίδα
Νάλθη άλλη γενεά με νοημοσύνη
Ναν του κάμει μιά μέρα δικαιοσύνη.
Ο Ανδρέας Λασκαράτος πέθανε στο Αργοστόλι την 23η Ιουλίου του 1901.Όμως πέρασε στην αιωνιότητα και την ιστορία. Αυτοί που τον κυνήγησαν παρέμειναν άγνωστοι. Κι΄ευτυχώς γι΄αυτούς.
Άλλα άρθρα από christiannaloupa
Σχολιάστε το άρθρο:
συνολικά:
| προβολή:
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος.
Η Μάχη της Κρήτης είναι γνωστή σε όλους.Μετά την κατάληψη του νησιού από τους ναζί ωστόσο, άρχισαν τα αντίποινα.
Στις 2 Ιουνίου 1941, στο χωριό Κοντομαρί Χανίων, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 23 (;) άνδρες, ως αντίποινα για τις εκτελέσεις και τη σφαγή πολλών Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχαν πέσει μέσα στους θάμνους. Πτώματα Γερμανών είχαν εντοπιστεί κοντά στο χωριό. Οι Γερμανοί όρμησαν ...
Διαβάστε το άρθρο
- Δημοφιλέστερα
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο